Ο χώρος

Η Θράκη του Αιγαίου, της Ροδόπης, του Νέστου και του Έβρου, η ελληνική σήμερα Θράκη, είναι μικρό τμήμα του μεγάλου χώρου της αρχαίας Θράκης που εκτεινόταν από τα παράλια του Αιγαίου, του Ελλησπόντου και του Βοσπόρου έως τον Ίστρο (Δούναβη) και από τις ακτές του Εύξεινου Πόντου ως τη γειτονική Μακεδονία. Η βόρεια Θράκη ανήκει σήμερα στη Βουλγαρία και η ανατολική Θράκη αποτελεί τμήμα του τουρκικού κράτους.

Η γεωγραφική της θέση ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Ασία και οι μεγάλοι δρόμοι που διέσχιζαν τις πεδιάδες και τα βουνά της, καθόρισαν αποφασιστικά τη μακραίωνη ιστορική πορεία της Θράκης. Η πλούσια βλάστηση, τα δάση, τα ποτάμια και τα άφθονα νερά ευνόησαν την παρουσία του ανθρώπου στην περιοχή ήδη από την Παλαιολιθική Περίοδο (περίπου 40000 χρόνια π.Χ.).

Τον 11ο αι.π.Χ. θρακικά φύλα ινδοευρωπαϊκής καταγωγής, που μετακινήθηκαν από τις βόρειες και τις κεντρικές περιοχές της Ευρώπης, εγκαταστάθηκαν οριστικά στα βουνά και τις πεδιάδες της Θράκης από το Αιγαίο ως το Δούναβη. Ορισμένα φύλα έφτασαν ως τη Μικρά Ασία και τα νησιά του Βόρειου Αιγαίου. Τον 7ο αι. π.Χ., με την ίδρυση των ελληνικών αποικιών στα παράλια του Αιγαίου και της Μαύρης Θάλασσας άρχισαν να αναπτύσσονται δεσμοί μεταξύ Ελλήνων και Θρακών που παρέμειναν ισχυροί καθόλη τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων.

Η Ρωμαϊκή επαρχία της θράκης Το 46 μ.Χ. όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κλαύδιος, η Θράκη έγινε ρωμαϊκή επαρχία. Μέχρι την εποχή του Τραϊανού ( 98 μ.Χ.-117 μ.Χ.) η περιοχή ήταν χωρισμένη σε στρατηγίες και είχε ως διοικητή έναν επίτροπο. Ο Τραϊανός εγκαινίασε μεταβολές στο διοικητικό σύστημα και προώθησε την αστικοποίηση της περιοχής, ιδρύοντας μια σειρά σημαντικών πόλεων όπως η Τραϊανούπολη, η Πλωτινόπολη, η Αυγούστα Τραϊανή κ.ά. Αργότερα ο Αδριανός ίδρυσε την Αδριανούπολη στη συμβολή τριών ποταμών, του Έβρου, του Τόνζου και του Άρδα. Οι πόλεις μαζί με τη «χώρα» τους, την εδαφική περιφέρεια όπου βρίσκονταν οι κώμες, αντικατέστησαν προοδευτικά τις στρατηγίες. Μεγάλες αυτοκρατορικές κτήσεις δεν υπήρχαν στην περιοχή της Θράκης και οι ιδιοκτησίες παρέμειναν στα χέρια του εγχώριου πληθυσμού. Η οικονομία της περιοχής στηριζόταν κυρίως στην εκμετάλλευση των εύφορων εκτάσεων και στην κτηνοτροφία. Βασικός πυρήνας της αγροτικής ζωής ήταν η κώμη. Στοιχεία για την ακμή του αγροτικού πληθυσμού της Θράκης γνωρίζουμε από τις ανασκαφές, κυρίως στη Βουλγαρία, που έχουν φέρει στο φως μεγάλες αγροτικές επαύλεις και τύμβους με πλούσια κτερισμένες ταφές που ανήκαν πιθανότατα σε πλούσιους γαιοκτήμονες της περιοχής.

Οι χαρακτηριστικοί όγκοι των κωνικών και ημισφαιρικών τεχνητών γηλόφων, δηλαδή των μικρών και μεγάλων ταφικών τύμβων της αρχαίας Θράκης, υψώνονται επί αιώνες μέσα στο πολύμορφο ανάγλυφο του θρακικού τοπίου, συμβάλλοντας καθοριστικά με την ποικιλία του ύψους και της μορφής τους στην αρμονικότερη σύνθεση των επί μέρους φυσικών σχηματισμών του εδάφους. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται στη βόρεια Θράκη, ενώ αρκετοί υπάρχουν και στην ανατολική και στη νοτιοδυτική, ελληνική σήμερα Θράκη. Οι περισσότεροι τύμβοι της ελληνικής Θράκης είναι συγκεντρωμένοι στο βόρειο τμήμα του Ν. Έβρου και κυρίως στις περιοχές Ορεστιάδας και Τριγώνου. Οι τύμβοι ως μεγάλα ταφικά μνημεία, έχουν κατασκευαστεί σε περίοπτες θέσεις, επάνω σε φυσικά υψώματα ή σε ελεύθερες πεδινές περιοχές με στόχο να είναι ορατοί από μακριά από όλους όσοι διέσχιζαν τους μικρούς και μεγάλους δρόμους των κατά τόπους περιοχών. Οι αρχαιότεροι χρονολογούνται στην εποχή του Χαλκού. Η παράδοση της κατασκευής τύμβων συνεχίστηκε στα ιστορικά χρόνια, τόσο από τους κατοίκους των ελληνικών πόλεων των παραλίων όσο και από τους κατοίκους της ενδοχώρας. Στα ρωμαϊκά χρόνια, ιδιαίτερα τους δύο πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες, το έθιμο της κατασκευής τύμβων ήταν πολύ διαδεδομένο στην περιοχή της Θράκης. Οι τύμβοι κάλυπταν διάφορα είδη τάφων. Στους περισσότερους από τους τύμβους που έχουν ερευνηθεί στην περιοχή του βόρειου Έβρου και χρονολογούνται στα ρωμαϊκά χρόνια, οι νεκροί είχαν αποτεφρωθεί. Σε μεγάλους λάκκους που ανοίγονταν στο έδαφος, συγκεντρώνονταν σωροί ξύλων και επάνω στους σωρούς αυτούς τοποθετούνταν ξύλινα φορεία με το σώμα του νεκρού. Στη φωτιά έριχναν μικρά ζώα, όπως γουρουνάκια ή πουλιά και καρπούς, όπως καρύδια, αμύγδαλα ή κουκουνάρια. Όταν έσβηνε η πυρά, τοποθετούσαν γύρω από το νεκρό τα προσωπικά του αντικείμενα, όπλα, κοσμήματα κ.ά, καθώς και αγγεία γεμάτα με προσφορές (γάλα, νερό, κρασί, μέλι ή τροφές). Στη συνέχεια κάλυπταν τους λάκκους με χώμα και από πάνω δημιουργούσαν έναν τεχνητό γήλοφο, που συχνά ήταν πολύ μεγάλος. Η κατασκευή του απαιτούσε εργασία πολλών ημερών και μεγάλη δαπάνη. Μερικές φορές η αποτέφρωση του νεκρού γινόταν σε άλλη περιοχή, έξω από την περιφέρεια του τύμβου και η τέφρα μεταφερόταν και τοποθετούνταν επάνω στο έδαφος ή μέσα σε τεφροδόχα αγγεία. Συχνά τα μέλη της ίδιας οικογένειας θάβονταν στον ίδιο τύμβο, ο οποίος σταδιακά μεγάλωνε για να καλύψει τις νέες ταφές.

Η θέα τον τύμβο Ο τύμβος της Μικρής Δοξιπάρας-Ζώνης είχε κατασκευαστεί στο δυτικό τμήμα της επαρχίας του βόρειου Έβρου σε μια περιοχή που βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Μικρή Δοξιπάρα, Ζώνη και Χελιδόνα και υπάγεται στο Δήμο Κυπρίνου. Με διάμετρο 60μ. και ύψος 7,5μ. ήταν ένας από τους μεγαλύτερους τύμβους της περιοχής. Για τη δημιουργία του επιλέχθηκε ένα φυσικό ύψωμα, ώστε ο τύμβος να είναι ορατός από μακριά. Από τη θέση του υπάρχει απεριόριστη θέα προς τα απέναντι βουνά της βουλγαρικής Ροδόπης και προς την περιοχή του Κυπρίνου και του Άρδα. Κατασκευάστηκε σταδιακά, στις αρχές του 2ου αι μ.Χ. για να καλύψει τις ταφές-καύσεις τεσσάρων μελών μιας οικογένειας που πέθαναν και τάφηκαν διαδοχικά Δίπλα στους λάκκους που περιείχαν τα υπολείμματα των καύσεων και τα κτερίσματα των νεκρών, είχαν ενταφιαστεί οι πέντε άμαξες που τους μετέφεραν στην περιοχή του τύμβου μαζί με τα υποζύγιά τους και πέντε ακόμη άλογα. Σε διάφορα σημεία του τύμβου εντοπίστηκαν περιοχές με σπασμένα αγγεία, στάχτες και οστά ζώων, υπολείμματα των τελετών που γίνονταν κατά τη διάρκεια κατασκευής του τύμβου προς τιμήν των νεκρών. Επάνω σε δύο πλίθινες παραλληλεπίπεδες κατασκευές βρέθηκε μεγάλος αριθμός σπασμένων μικρών πήλινων αγγείων που περιείχαν προσφορές προς τους νεκρούς, ενώ εντοπίστηκαν και δύο λάκκοι-εστίες γεμάτοι στάχτες.

Ανασκαφικές έρευνες στην ευρύτερη περιοχή του τύμβου δεν έχουν πραγματοποιηθεί. Έτσι δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε με ακρίβεια που κατοικούσαν τα άτομα που τάφηκαν στον τύμβο. Γνωρίζουμε ωστόσο, από ανασκαφές που έχουν γίνει στη βόρεια Θράκη, ότι συχνά οι οικογένειες των γαιοκτημόνων που είχαν στην κατοχή τους μεγάλες αγροικίες, επέλεγαν να ταφούν μέσα στα οικογενειακά κτήματα και όχι σε οργανωμένα νεκροταφεία. Υποθέτουμε λοιπόν ότι μια πλούσια οικογένεια γαιοκτημόνων που ζούσε στην περιοχή στις αρχές του 2ου αι.μ.Χ. έθαψε τέσσερα από τα μέλη της στη θέση αυτή και μετά τις ταφές κατασκεύασε το μεγάλο τύμβο για να διατηρήσει ζωντανή ανά τους αιώνες τη μνήμη των νεκρών της.

Επιστροφή στη βασική σελίδα της ανασκαφής
gohome